Σε παγκόσμιο επίπεδο αιφνιδιάζoυν παρόλα αυτά σημάδια εκτόνωσης της κατάστασης. Σύμφωνα με τον WHO εδώ και δύο μήνες μειώνονται σημαντικά τα κρούσματα. Και μάλιστα πιο γρήγορα και δυναμικά από όσο προβλέπονταν. Μέσα Ιανουαρίου τα κρούσματα έφταναν τους 700.000 ανθρώπους, στο μεταξύ μειώθηκαν «μόνο» σε λίγο πάνω από το ήμισυ. Αλλά και ο αριθμός των νεκρών έπεσε στο μισό σε ένα μήνα. Ο Τέντρος Αντάνομ Γκεμπρεγέσους, γενικός γραμματέας του ΠΟΥ, χαρακτήρισε την πολύ προσεκτική μείωση των αριθμών ως «δείγμα ελπίδας». «Η τάση θυμίζει ότι ακόμη και σήμερα που συζητάμε για εμβόλια, ο Covid-19 μπορεί να τεθεί υπό έλεγχο με καταξιωμένα μέτρα δημόσιας υγείας. Είναι αυτό που έκαναν πολλές χώρες».
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τη σαφή μείωση του αριθμού των λοιμώξεων σε παγκόσμιο επίπεδο. Φυσικά δεν μπορεί να οφείλεται μόνο στα εμβόλια, αφού μέχρι τώρα έχει εμβολιαστεί ένα μικρό τμήμα του παγκόσμιου πληθυσμού. Σε πολλές χώρες επενεργούν τα μέτρα φυσικής απόστασης και υγιεινής. Αυτό συνηγορεί σε μια πολύ σταδιακή χαλάρωση των αυστηρών μέτρων απαγόρευσης των επαφών. Σε μερικές χώρες όπως στις ΗΠΑ και τη Βραζιλία, οι λοιμώξεις είναι τόσες πολλές που έχει χτιστεί αυτό που αποκαλείται ανοσία στην κοινότητα. Κι αυτό συνέβη στις ΗΠΑ σταδιακά αφού κόστισε τη ζωή σε πάρα πολλούς ανθρώπους. Επιπλέον ορισμένοι ερευνητές πρεσβεύουν την άποψη ότι ο κορωνοϊός έχει αποδυναμωθεί μέσω των μεταλλάξεων όσο κι αν ακούγεται παράξενο. Μέσα Φεβρουαρίου Αμερικανοί ερευνητές στην Ατλάντα και την Πενσυλβάνια υπό την καθοδήγηση της βιολόγου Τζένι Λαβίν δημοσίευσαν μια ενδιαφέρουσα μελέτη στο επιστημονικό περιοδικό Science. Σε αυτήν κάνουν την πρόγνωση ότι σύντομα ο κορωνοϊός θα καταστεί ενδημικός δηλαδή θα μεταδίδεται μόνο τοπικά και περιορισμένα. Δηλαδή θα χάσει τον τρόμο που προκαλεί και μέσω των εμβολιασμών θα επιταχυνθεί αυτή η διαδικασία. Αυτά τα προγνωστικά επιβεβαιώνουν την εκτίμηση του επιδημιολόγου Κλάους Στερ, ο οποίος διευθύνει το πρόγραμμα παγκόσμιας ινφλουέντζας του ΠΟΥ και διετέλεσε συντονιστής έρευνας για τον SARS. Η εμπειρία του έδειξε ότι η επιδημιολογική εξέλιξη μπορεί πολύ ξαφνικά να χάσει σε δυναμική. Το έδειξαν οι δύο καταστροφικές πανδημίες γρίπης, η ασιατική του 1957 που κόστισε τη ζωή σε 4 εκ. ανθρώπους και η γρίπη του Χονγκόνγκ το 1968 με μέχρι 3 εκ. νεκρούς. Και οι δύο εξαφανίστηκαν όσο γρήγορα είχαν κάνει την εμφάνισή τους.
Στην ισπανική γρίπη μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο τα περισσότερα θύματα προέρχονται από το δεύτερο κύμα. Συνολικά έχασαν τη ζωή τους ανάμεσα στο 1918/1919 και 1920 πάνω από 50 εκ. άνθρωποι κατά προσέγγιση. Το τρίτο κύμα υποχώρησε αλλά ο ιός παρέμεινε. Μέχρι σήμερα ο ιός Η1Ν1 σε αποδυναμωμένη μορφή κάνει την εμφάνισή του σε κάθε κανονική γρίπη. Παρόμοια εξέλιξη θα μπορούσε να έχει μεσοπρόθεσμα και ο ιός SARS-CoV-2. Είναι πολύ πιθανόν να παραμείνει και να εμφανίζεται τοπικά. Θα αποδυναμώνεται μέσω των μεταλλάξεων και θα χάνει κάθε φορά το καταστροφικό του έργο. Αλλά μέχρι αν φτάσουμε εκεί και να εδραιωθούν θετικές κατευθύνσεις σε παγκόσμιο επίπεδο, θα συνεχίσει αυτό το δύσκολο σπαγκάτ ανάμεσα στους απαραίτητους περιορισμούς επαφών και πιθανών μέτρων χαλάρωσης.