«Μην ανησυχείς. Το κράτος έχει λεφτά και θα έχει πάντα».
Θυμάμαι αυτή τη φράση σαν να είναι ειπωμένη χθες, αλλά –μην ανησυχείτε- είχε ειπωθεί πριν 4 περίπου χρόνια, όταν είχα τολμήσει να ρωτήσω ένα φίλο ελαιοπαραγωγό να μου εξηγήσει πού θα βρισκόταν τα χρήματα για να πληρωθούν οι πλασματικά φουσκωμένες επιδοτήσεις του: Είχε βγει στο σεργιάνι ζητώντας από συγγενείς και φίλους να του υπογράψουν ότι… είχαν αγοράσει από αυτόν από ένα βαρέλι λάδι ο καθένας! Όλο κι όλο το λάδι που είχε «φτιάξει» εκείνη τη χρονιά δεν ξεπερνούσε τα 3 βαρέλια. Η επιδότηση που ζήτησε και –τελικά- έλαβε αντιστοιχούσε σε 11 βαρέλια!
Ο τύπος αυτός δεν τόλμησε να μου ξαναζητήσει «συνδρομή» στην απάτη του.
Έμεινα όμως με την απορία: Έφταιγε; Ήταν καταδικαστέος; Όλοι οι συγχωριανοί του, όλοι οι Έλληνες παραγωγοί αυτό έκαναν.
Ζητώντας ευθύνες από αυτούς πρέπει να αισθανθούμε υποχρεωμένοι να αποδώσουμε ευθύνες και στους ελεγκτικούς μηχανισμούς του κράτους που τους επέτρεπε να έχουν αυτή τη καταστροφική –για όλους μας- συμπεριφορά.
Και δεν είναι μόνο οι αγρότες. Ή, για να είμαστε ακριβέστεροι, οι αγρότες ήταν… παρωνυχίδα του συνολικού προβλήματος. Θα έπρεπε λοιπόν να αναζητήσουμε ευθύνες από όλους όσους επέτρεπαν τη δήωση του εθνικού Ταμείου:
Τους υπουργούς και διοικητές Οργανισμών που διόριζαν υπεράριθμους αργόμισθους στο Δημόσιο,
τους συνδικαλιστές αυτών των υπαλλήλων που εκβιαστικά αποσπούσαν προκλητικά προνόμια, μετατρεπόμενοι από εργαζόμενοι σε ιδρυματικά προστατευόμενα άτομα εις βάρος των υπόλοιπων πολιτών,
τους υπεύθυνους προμηθειών των νοσοκομείων που έφτιαχναν περιουσίες κάνοντας τα στραβά μάτια στην μέχρι και… 3000% υπερτιμολόγηση όσων πλήρωνε ο ανίδεος φορολογούμενος πολίτης,
τους υπεύθυνους στρατιωτικών εξοπλισμών που καθήλωσαν τη χώρα στην υπανάπτυξη για να διάγουν αυτοί βίο βαθύπλουτων,
τους εφοριακούς που έναντι μίζας παραιτούνταν από την είσπραξη φόρων μεγαλο-οφειλετών,
τους εντεταλμένους για έλεγχο όλων των παραπάνω και που μετείχαν κι αυτοί στο χορό του εύκολου πλουτισμού που καταδίκαζε τη χώρα στη καταστροφή,
τους βουλευτές που προδίδοντας το πνεύμα του Συντάγματος εξασφάλιζαν ατιμωρησία στα εγκλήματα υπουργών έναντι ιδιαίτερων προνομίων για τους εαυτούς τους και λοιπούς,
ων ουκ έστι αριθμός.
Η Ελλάδα είχε γίνει βορά στα χέρια επιτήδειων που στις περισσότερες περιπτώσεις έφεραν τον μανδύα του δημόσιου λειτουργού, του πολιτικού ή πολιτικάντη, που πρόθυμα γινόταν όργανο του κάθε ενδιαφερόμενου για αρπαγή του δημόσιου πλούτου!
Όλοι αυτοί έφεραν -και φέρουν- το ένδυμα του
«εργαζόμενου» που αίφνης βρήκαν απρόσμενους συμμάχους και συμπαραστάτες στα πρόσωπα κάποιων ανόητων, οι οποίοι βροντοφωνάζουν: «Δεν φταίνε οι εργαζόμενοι για τη κρίση» και «κάτω τα χέρια από τους εργαζόμενους», βάζοντας συλλήβδην στο ίδιο καλάθι τον μισθοσυντήρητο που παλεύει με αγωνία για τη καθημερινή επιβίωσή του με τον αχρείο που πλούτιζε εις βάρος αυτών των οποίων τη προστασία είχε ορκισθεί ότι θα υπηρετεί!
Ήταν σε τέτοιο βαθμό «ζυμωμένος» ο Έλληνας στην αντίληψη ότι το κράτος προσφέρεται για άρμεγμα, που η αντίληψη αυτή έχει διαποτίσει ολόκληρο το πολιτικό φάσμα!
Το δύσκολο δεν είναι να αντιμετωπίσεις τον κλέφτη, αλλά το θύμα του που τον… υποστηρίζει!
Στη σημερινή Ελλάδα της κρίσης η μεγαλύτερη δυσκολία δεν αφορά τη δίωξη του κλέφτη, αλλά την αντιμετώπιση των θυμάτων της κλοπής που… φωνάζουν υπέρ αυτού του κλέφτη!
Είναι πρωτοφανές το πόσο χυδαία καθυβρίζουν τον πρωθυπουργό ή τον όποιο υπουργό τολμήσει να λάβει κάποια μέτρα ελέγχου ή δίωξης
π.χ. Όταν ο (απληροφόρητος μέχρι πρότινος) λαός έμαθε τα των μισθών κάποιων υπαλλήλων ΔΕΚΟ, αντί να κατεβεί σε διαμαρτυρίες εναντίον τους, ανέχθηκε να του πετάνε στα μούτρα ότι… «παλεύουν για σιδηρόδρομο του λαού» και για «αστικές συγκοινωνίες με δημόσιο χαρακτήρα». Δίπλα σ’ αυτούς διέκρινε κανείς γνωστά πρόσωπα της… υπερσυντηρητικής αριστεράς να φωνάζουν πως «τη κρίση δεν θα πληρώσουν οι εργαζόμενοι». Η πλειονότητα των πληγέντων από τη κρίση παραμένει σιωπηλή, αποδεχόμενη την ανάγκη εξορθολογισμού της κοινωνίας και του κράτους, αλλά η σιωπή της εκλαμβάνεται από κάποιους μηδενιστές ως… προεπαναστατική συσπείρωση!
Πως να ανατάξεις μια κοινωνία όταν αυτή αρνείται επίμονα να κατανοήσει ποιο ακριβώς είναι το προς λύση πρόβλημα;
Πως να ζητήσεις συναίνεση από πολίτες που, ακόμα και τώρα, επιλέγουν την εύκολη οδό των κραυγών, της απόρριψης, της άρνησης κάθε αλλαγής (!), του εξoβελισμού της λογικής από τη καθημερινή της συμπεριφορά;
Δεν ξεχνάμε την απίστευτη προτροπή ενός επικεφαλής κόμματος προς τη κυβέρνηση να… προσλάβει κάποιες εκατοντάδες χιλιάδες Ελλήνων στο Δημόσιο για να περιοριστεί η ανεργία! Αυτή ήταν κατ’ αυτόν η λύση του φοβερότερου προβλήματος που δημιούργησε η κρίση: Να… σιτίζονται οι πάντες από το ελλειμματικό Ταμείο! Όπου κι αν το έχω πει αυτό το παράδοξο, σε αλλοδαπούς φίλους εννοώ, δυσκολεύονται να πιστέψουν ότι δεν αστειεύομαι! Με αυτή τη παραμυθία στα αυτιά του ο Έλληνας καλείται να αντιμετωπίσει τα δύσκολα. Υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που υποστηρίζουν αυτό που έγραψα στην αρχή: «Μην ανησυχείς. Το κράτος έχει λεφτά και θα έχει πάντα», προσθέτοντας ότι «η κρίση είναι… ψεύτικη και τη δημιούργησε ο Γιωργάκης -ή ο διεθνής σιωνισμός, ή η Μέρκελ, ή τα Νεφελίμ- για να ξεπουληθεί η Ελλάδα»!
Παράξενες συμμαχίες με κοινό σκοπό: Τη μη αλλαγή!
Διαβάζαμε στη Καθημερινή ένα άρθρο του κ. Αλέξη Παπαχελά, που έθιγε ακριβώς αυτές τις εγκεφαλικές παθογένειες και τις περίεργες «συμμαχίες» που έχουν σχηματισθεί με κοινό στόχο την άρνηση οποιασδήποτε αλλαγής.
Ας παρακολουθήσουμε το σκεπτικό του:
«Αυτή τη στιγμή διαπιστώνεται μια μεγάλη, δυναμική και ετερόκλητη συμμαχία όσων δεν θέλουν να αλλάξει τίποτα στη χώρα. Το κάθε κομμάτι αυτής της συμμαχίας το κάνει για δικούς του λόγους και για να υπερασπισθεί σημαντικά συμφέροντα που απορρέουν από τη διατήρηση του στάτους κβο. Υπάρχουν, για παράδειγμα, μεγάλοι επιχειρηματίες οι οποίοι είναι πρακτικώς χρεοκοπημένοι και τους οποίους δεν θα πείραζε καθόλου να χρεοκοπήσει και η χώρα έτσι ώστε να «έλθουν στα ίσια τους» με τους υπόλοιπους. Έχουμε επαγγέλματα, συντεχνίες και συνδικαλιστές που επίσης παλεύουν με νύχια και με δόντια για να μην αλλάξει τίποτα. Είναι βολεμένοι και θεωρούν ότι ο περαιτέρω εξευρωπαϊσμός θα τους λιώσει και θα τους στερήσει τα προνόμιά τους. Πιο κάτω στα μέλη της συμμαχίας, θα βρείτε, βεβαίως, την καθυστερημένη Αριστερά της χώρας και όσους με τη βία θέλουν να μην αφήσουν να γίνει τίποτα, πουθενά. Δεν θέλουν πάρκινγκ κάτω από δημόσια γη (Θεέ και κύριε…), θέλουν το Ελληνικό εγκαταλελειμμένο και βρώμικο, αρκεί να μη θίγει τις ιδεοληψίες τους. Στην ίδια συμμαχία θα βρείτε και Mέσα Eνημέρωσης, που για ιδιαίτερους… λόγους επενδύουν στη χρεοκοπία της χώρας.
Η συμμαχία που λέει «να μείνουμε όπως είμαστε» περιέχει κι ένα μεγάλο κομμάτι του ΠΑΣΟΚ, πολλούς βουλευτές και υπουργούς. Δίπλα τους στέκεται ένα μεγάλο κομμάτι της λαϊκής Δεξιάς, που αρχίζει να σιγοψιθυρίζει μάλιστα, μαζί με το παλιό ΠΑΣΟΚ, «βρε, μπας και είναι μια λύση να πάμε στη δραχμή;».
Εδώ είναι και το «ζουμί» της ιστορίας.
Πρέπει να αποφασίσουμε, και ενδεχομένως να μην αργήσει η ώρα της απόφασης, τι θέλουμε.
Ίσως να μην αντέχουμε να αλλάξουμε τόσο όσο απαιτούν οι περιστάσεις και να επιλέξουμε να είμαστε μια χώρα στην περιφέρεια της Ευρώπης, ενδεχομένως εκτός ευρώ, με χωματερές, ένα τριτοκοσμικό κράτος, διαφθορά και ό,τι άλλο… καλό μας κάνει να διαφέρουμε από την υπόλοιπη Ευρώπη.
Δεν μπορώ να φαντασθώ πώς θα μοιάζει αυτός ο δρόμος. Φαντάζει βολικός για τους βολεμένους, αλλά είναι πραγματικά ο δρόμος προς την κόλαση.
Ο άλλος δρόμος έχει και αυτός πόνο, κόπο, αλλά αν τον βαδίσουμε συντεταγμένα και με όραμα, μπορεί να ξετυλίξει την απίστευτη δημιουργικότητα και το επιχειρηματικό δαιμόνιο του Έλληνα.
Χρειάζεται όμως μια ηγεσία, και δεν εννοώ μόνο πολιτική, που θα το πιστέψει, θα το εξηγήσει, δεν θα φοβηθεί και θα τολμήσει.
Γύρω μου, όμως, βλέπω φοβισμένα ανθρωπάκια που το βάζουν στα πόδια μόλις αντικρίσουν το κτήνος του λαϊκισμού, υπουργούς που μας λένε πως «αν δεν δεχθείς την εφαρμογή του Mνημονίου, θα σε φάει η τρόικα» και μια κυβέρνηση που παραπαίει.
Το κρίμα είναι πως αυτή η κοινωνία έχει δείξει ασύλληπτη ωριμότητα και αντοχή έως τώρα, πράγμα που δείχνει ότι ένα μεγάλο κομμάτι της καταλαβαίνει πως τα πάντα πρέπει να αλλάξουν.
Για να γίνει, όμως, αυτό χρειάζεται ένας Καποδίστριας, ένας Eλευθέριος Βενιζέλος με ένα στρατό αποφασισμένων "Tαλιμπάν" τεχνοκρατών δίπλα τους.
Δεν φαίνονται πουθενά στον ορίζοντα, αλλά ας μην ξεχνάμε ότι αυτή η χώρα πάντοτε στάθηκε τυχερή και βρήκε φωτισμένες, ιστορικές ηγεσίες σε κρίσιμες στιγμές. Καμιά φορά, βέβαια, χρειάστηκε και μια καταστροφή για να τις ανακαλύψει…»
Υπάρχουν πολλά που πρέπει να διορθωθούν στο πλαίσιο της καθημερινής κυβερνητικής προσπάθειας. Οι ανακολουθίες, οι βιαστικές κινήσεις, οι αδικίες και οι καθυστερήσεις είναι καθημερινές.
Το χειρότερο όμως όλων είναι η νοθεία της υπαρκτής ανάγκης για ουσιαστικές αλλαγές λόγω δυσαρέσκειας κάποιων επαναπαυμένων στα παλιά «κεκτημένα».
Τα αποτελέσματα του από πολλά κέντρα εκφερόμενου δημαγωγικού λόγου είναι εμφανή στις αποφάσεις των -έστω και λίγων- υπουργών επιθυμούν να αλλάξει ριζικά η χώρα: Το (μη) άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων είναι μια από τις εκφάνσεις αυτής της επιθυμίας «να μην θιγεί το πανίσχυρο -και νοσηρό- κατεστημένο». Το χειρότερο που θα μπορούσε να συμβεί στην Ελλάδα είναι η παραίτηση από τη προσπάθεια υλοποίησης των απαραίτητων, για την επιβίωση της χώρας, αλλαγών. Η αντίληψη «ας δούμε πως θα τουμπάρουμε τη Τρόϊκα, για να πάρουμε καμιά ψήφο και βλέπουμε μετά» είναι ερεβώδης για τη χώρα μας.